Ὀῖλιάδης

Ὀῖλιάδης
Ὀῖλιάδης: son of Oīleus, Ajax, Il. 12.365, Il. 13.712, Il. 14.446, Il. 16.330, Il. 23.759.

A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Ὀιλιάδης — Ὀϊλιάδης , Ὀϊλιάδης masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • АЯКС, ЭАНТ — •Αιας, Aiax, 1) Э. локриец, сын Оилея, царя локридского (Όϊλη̃ος, Όϊλιάδης, Όϊλείδης), по… …   Реальный словарь классических древностей

  • Аякс —    • Αιας,          Aiax,        1. Э. локриец, сын Оилея, царя локридского (Όϊλη̃ος, Όϊλιάδης, Όϊλείδης), по прозванию Малый, на 40 кораблях привел локрийцев под Трою, где оказался одним из самых храбрых, хотя и был мал ростом; никто так… …   Реальный словарь классических древностей

  • κόβω — και κόπτω και κόβγω και κόφτω (AM κόπτω, Μ και κόβω) 1. αφαιρώ κάτι με οξύ ή κοφτερό όργανο, αποκόπτω (α. «τού έκοψαν το πόδι» β. «κόψε μου ένα μήλο απ τη μηλιά» γ. «κεφαλήν δ ἁπαλῆς ἀπὸ δειρῆς κόψεν Ὀιλιάδης», Ομ. Ιλ. δ. «περιεσταύρωσαν αὐτοῖς… …   Dictionary of Greek

  • Ὀιλιάδαο — Ὀϊλιάδᾱο , Ὀϊλιάδης masc gen sg (epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ὀιλιάδην — Ὀϊλιάδην , Ὀϊλιάδης masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ὀιλιάδου — Ὀϊλιάδου , Ὀϊλιάδης masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ὀιλιάδῃ — Ὀϊλιάδῃ , Ὀϊλιάδης masc dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”